By Elodie Kohler-Andrianos
Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα,μέσα Ιουλίου. Έκανε ζέστη και ο Μπόμπυ Σίνγκερ πήρε τα δύο παιδιά του καλύτερου φίλου του στο πάρκο. Ο φίλος του ήταν ο Τζον Γουιντσεστερ! Ήταν κυνηγός,όχι απλός κυνηγός: κυνηγούσε τέρατα,δαίμονες και άλλα τέτοια. Το ίδιο και ο Μπόμπυ. Ήταν πολύ καλός κυνηγός αλλά ήταν και ένας εξαιρετικός βοηθός (με τα βιβλία του και την γνώση του: ήξερε Ελληνικά - Αρχαία και Μοντέρνα -,Γιαπωνέζικα ,...).
Ο Τζον ήταν σε μια δουλειά και έδωσε τα παιδιά του στον Μπόμπυ,να τα εκπαιδεύσει αυτός όσο ο ίδιος έλειπε. Ο Μπόμπυ τα αγαπούσε σαν τα παιδιά του και τα αδέρφια τον είχαν σαν δεύτερο πατέρα. Ο Ντιν και ο Σαμ παίζανε μαζί: κυνηγούσαν ο ένας τον άλλον,φώναζαν,... Ο νεαρός κυνηγός τους κοίταξε με αγάπη και χαιρόταν μα τους βλέπει να παίζουν,χαρούμενα. Η ζωή ενός κυνηγού δεν είναι ζωή για παιδιά... Τους εκπαίδευσε αλλά τους άφησε και λίγο χρόνο να ηρεμήσουν.
Ο Μπόμπυ ήταν χαμένος στις σκέψεις του όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ένα αρχαίο κινητό (στην δεκαετία του ενενήντα δεν υπήρχαν smartphones...!).
-" Μπόμπυ,που είσαι; Εκπαιδεύσεις τα παιδιά;" ρώτησε ο Τζον.
Ο Μπόμπυ σκέφτηκε να του έλεγε ένα ψέμα αλλά του είπε την αλήθεια.
-" Τζον,τα πήρα στο πάρκο. Να ξεχνιόνται μια στις τόσες!Παιδιά είναι...".
Ο Τζον δεν γούσταρε καθόλου και του το είπε. Ο Μπόμπυ τον άκουγε,προσπάθησε να τον ηρεμήσει - χωρίς αποτέλεσμα -. Του έκλεισε το τηλέφωνο στη μούρη και το ξανά έβαλε στην τσέπη του, μουρμουρώντας: -" Ελίθιε!!".
Κάλεσε τα παιδιά κοντά του,άνοιξε τη σακούλα που κουβαλούσε τόση ώρα. Έβγαλε γάντια του μπέιζμπολ,έδωσε ένα γάντι στον καθένα. Πέταξε τη μπάλα σε έναν αδερφό,αυτός τη ξανά πέταξε στον Μπόμπυ. Μετά τη πέταξε στον άλλον και ξανά. Έπαιζαν κρυφτό οι τρεις τους, γέλαγαν. Πέρασαν ωραία όλοι μαζί. Ήταν ένα αξέχαστο διάλλειμα για τον Ντιν και τον Σαμ. Ποτέ ο αληθινός τους πατέρας δεν έπαιξε μαζί τους - ούτε στις γιορτές δεν ήταν παρόν,τα γενέθλια ούτε καν σε σκέψεις...-.
Τουλάχιστον με τον Μπόμπυ,είχαν ένα ίχνος παιδικής ηλικίας... Μετά από τόσα παιχνίδια,τα αδέρφια ήταν εξαντλημένα. Ο Μπόμπυ τα τάιζε και τα έβαλε για ύπνο. Αύριο θα τους έβαλε για μπάνιο,ήταν τόσο κουρασμένα που έφαγαν με το ζόρι. Ο ίδιος έφαγε λίγο,με ένα ποτήρι κρασί και με την συντροφιά της τηλεόρασης. Σχεδόν αποκοιμήθηκε στον καναπέ...
Αισθανόταν σαν να είχε μεθύσει... Δεν ήπιε τόσο πολύ... Είχε ένα κακό προαίσθημα ότι κάτι το δυσάρεστο θα συνέβαινε. Δεν άκουγε τίποτα,τα παιδιά έπρεπε να είχαν κοιμηθεί... Κοίταξε το ρολόι του,δεν μπόρεσε να το πιστέψει! Μεσάνυχτα
περασμένα ήταν!! Πώς πέρασε η ώρα;; Δεν μέθυσε,το ήξερε. Το μπουκάλι σχεδόν γεμάτο ήταν. Κάτι άλλο έγινε. Πήρε ένα από τα όπλα που ήταν κρυμμένα στο σπίτι. Έτρεξε και ανέβηκε τα σκαλιά δύο δύο. Άνοιξε με προσοχή τη πόρτα και έλεγξε το δωμάτιο. Τα παιδιά έλειπαν και το παράθυρο ήταν ανοιχτό... Έβριζε τον εαυτό του και πήγε να δει αν θα μπορούσε να βρει κάποιο στοιχείο... Αυτό που μύρισε του πάγωσε το αίμα: Θειάφι!! Δαίμονες την έκαναν τη δουλειά...
Τώρα τι να κάνει; Να καλέσει τον Τζον; Θα τον σκότωνε και μετά θα τον έβρισε. Να προσπαθήσει να βρει τον δαίμονα; Πολύ δύσκολο αλλά όχι αδύνατον!
Έκανε κάτι που δεν είχε κάνει πριν: προσευχήθηκε για την επικίνδυνη αποστολή και,φυσικά,για τα δύο αδέρφια...
-" Θεέ μου,σε παρακαλώ,δώσε μου βοήθεια για να τα σώζω. Δώσε μου ένα σημάδι...".
Δεν πρόλαβε καλά καλά να τελειώσει την φράση και κάτι έγινε... Το σπίτι ολόκληρο έτρεμε,τα φώτα αναβοσβήνανε... Η πόρτα άνοιξε δυνατά,διάπλατα και μια σιλουέτα εμφανίστηκε. Μια όμορφη γυναίκα,καλοντυμένη,με κοκκινοξανθιά μαλλιά πιασμένα σε ένα κότσο.
-" Είμαι η Καστιέλ. Ο Κύριος με έστειλε να σε βοηθήσω. Μην φοβάσαι,είμαι ένας Άγγελος." συστήθηκε η γυναίκα,και με την τελευταία φράση,έδειξε τα φτερά της. Ήταν μεγάλα,μαύρα φτερά.
Ο Μπόμπυ έγνεψε και η Άγγελος χαμογέλασε φιλικά και έφυγαν αμέσως. Αυτή μπόρεσε να αισθανθεί που βρισκόταν. Τον άγγιξε στον ώμο και με ένα χτύπημα των δαχτύλων ήταν κοντά στο σπίτι των δαιμόνων. Το σπίτι ήταν ετοιμόρροπο και ο κήπος ήταν όλο ξεραμένος. Λυπόσουνα να το βλέπεις... Κάνα δύο δαίμονες φύλαγαν σκοπιά έξω και μέσα από το σπίτι. Η γυναίκα Άγγελος του είπε να ηρεμήσει λίγο. Μόλις συμφώνησε,αυτή πήγε κοντά στους δαίμονες και τους τα έριξε. Ήταν τόσο όμορφη και τη πάτησαν και οι δύο. Όταν ήταν πολύ κοντά τους,αυτή έβαλε τα χέρια της στα μέτωπα τους και τους σκότωσε. Μια εκτυφλωτηκή λάμψη βγήκε από τα μάτια και στόματα τους και έπεσαν κάτω. Ο Μπόμπυ τα είδε όλα με γουρλωμένα μάτια,η Καστιέλ ήρθε κοντά του και μπήκαν μέσα στο σπίτι με προσοχή.
Το χολ,το σαλόνι και η κουζίνα ήταν στα σκοτάδια. Ο Μπόμπυ έφερε ένα φακό και είδαν σε τι χαλί ήταν το οίκημα... Τα έπιπλα φαινόταν να τα είχε πετάξει κάποιος σε κατάσταση αμόκ,η μπογιά στους τοίχους είχε ξεφλουδήσει. Πήγαν στον επάνω όροφο και είδαν μια από τα ίδια - το μόνο που ήταν διαφορετικό:τα τζάμια ήταν σπασμένα. Τίποτα το ενδιαφέρον δεν βρήκαν. Άρχισαν να κατέβουν,όταν άκουσαν φωνές... Η Καστιέλ τον έσπρωξε στον τοίχο και περίμεναν να περάσουν.
Ξαφνικά,η Καστιέλ πήδηξε από τη κρυψώνα της και τους μαχαίρωσε με τη λεπίδα για δαίμονες. Ένα κοκκινωπά φώς βγήκε έξω από τα στόματα τους και μετά έπεσαν κάτω. Η Άγγελος σκούπισε το αίμα από τη λεπίδα της πάνω στο πανωφόρι της... Αυτοί οι δύο δαίμονες φύλαγαν σκοπιά στον κάτω όροφο. Στον πάνω,δεν είχε σημασία.
-" Μάλλον τα δύο παιδιά σου θα είναι κάτω,στο υπόγειο. Είναι καλά απομονωμένο,κανένας δεν θα άκουγε τίποτα αν θα αποφάσισαν να τα βασανίζουν...".
Ο Μπόμπυ την κοίταξε με φόβο και απορία,η Καστιέλ αμέσως κατάλαβε το λάθος της: -" Δεν τους έκαναν τίποτα και δεν πρόκειται να τα πειράξουν. Είναι το δόλωμα για να σε φέρουν εδώ...".
-" Πάμε!! Να τους γίνει ένα μάθημα: ποτέ μην τα βάλεις με τον Μπόμπυ Σίνγκερ!".
Η Άγγελος έγνεψε και κατέβηκαν στο υπόγειο. Όταν άνοιξαν τη πόρτα,άκουγαν φωνές.
-" Δεν θα αργήσει. Έχουμε τα παιδιά του. Αυτός και ο φίλος του σκότωσαν πολλά αδέρφια μας. Ώρα για εκδίκηση!!".
-" Δεν απαντάνε στα μυνήματα που τους στέλνω πνευματικά... Κάτι συμβαίνει! Πρέπει να είναι εδώ.".
Ο πρώτος δαίμονας είπε στον δεύτερο να μείνει με τα αιχμάλωτα πιτσιρίκια,ενώ αυτός θα πήγαινε να δει τι συμβαίνει.
Ο κυνηγός και η φίλη του τους ακούσαν και κρύφτηκαν. Όταν ο δαίμονας πέρασε δίπλα τους,η Κας τον ακινητοποιήσε με ένα mojo. Ο Μπόμπυ πήδηξε μπροστά του,με τη λεπίδα,χαμογελώντας σατανικά. Ο δαίμονας προσπάθησε να απελευθερωθεί, δεν μπορούσε να ξεφύγει από τον δυνατό Άγγελο. Προσπάθησε να ουρλιάξει,αλλά κι εκεί τζίφος... Ο Μπόμπυ τον μαχαίρωσε στην καρδιά. Ένα κοκκινωπά φώς βγήκε από το στόμα του,και όταν τον άφησε η Κας,κάτω.
-" Στην Κόλαση να μείνεις,Ελίθιε!".
Τα παιδιά ήταν μόνο δεμένα,μπορούσαν να μιλάνε. Κανένας δεν θα μπορούσε να τους ακούσει.
-" Ντιν,τι συμβαίνει; Που είναι ο Μπόμπυ; Ή ο μπαμπάς;" ρώτησε ο Σαμ.
-" Μην ανησυχείς. Δεν θα μας αφήσουν με τους βρομοδαίμονες!".
Ο δαίμονας γύρισε στα παιδιά και τους φώναξε: -" Σιωπή! Βγάλτε το σκασμό επιτέλους!".
Ο Ντιν στράφηκε στον δαίμονα,στένεψε τα μάτια του: -" Δάγκωσε με μπάσταρδε! Δεν μπορείς να μας κάνεις τίποτα! Ο Μπόμπυ θα σου κλωτσήσει το κοκαλιάρικο σου πισινό!".
Ο δαίμονας τον κοίταξε με μίσος αλλά δεν είπε τίποτα.
Ο Μπόμπυ τον θαύμαζε από την κρυψώνα του: -" Αυτό το μικρό έχει κότσια! Πήρε από τον πατέρα του.".
Ο Μπόμπυ βγήκε από την κρυψώνα του και φώναξε στον δαίμονα: -" Τα έβαλες με παιδιά... Μπράβο,πολύ ωραίοι είστε εσείς οι δαίμονες!".
Ο μαυρομάτης δαίμονας στράφηκε προς την φωνή. Χαμογέλασε με κακία όταν τον είδε. Ο Μπόμπυ του έσπασε την προσοχή και η Καστιέλ πήγε να ελευθερώσει τα αδέρφια.
Ο Σαμ φαινόταν εξαντλημένος,ήταν δέκα χρόνων. Ο Ντιν,που ήταν σε υπερένταση και έπρεπε να προσέχει το αδερφάκι του, ήταν δεκατεσσάρων. Ο Ντιν είδε την Καστιέλ που ερχόταν από πίσω τους. Της χαμογέλασε και αυτή του το ανταπέδωσε. Με μια κίνηση του χεριού της,τους ελευθέρωσε. Έβαλετο δάχτυλο της μπροστά στο στόμα της και τους έκανε νόημα να την ακολουθήσουν.
Εντωμεταξύ,ο Μπόμπυ πολεμούσε με τον δαίμονα. Έλεγε λίγο το εξορκισμό και του πέταξε λίγο αγιασμό. Ο δαίμονας ούρλιαζε από πόνο και θυμό. Ο Μπόμπυ τον δυνάμωσε,τα ξανά έκανε. Ο δαίμονας είχε βάρη αναπνοή και τον κοίταξε με μίσος. Η Καστιέλ του είπε (μέσα στο μυαλό του) ότι τα παιδιά είναι καλά και ότι ζωγράφισε μια παγίδα για δαίμονες πάνω στο ταβάνι,λίγο πιο κάτω απ'όπου βρισκόταν. Ο Μπόμπυ έκανε νόημα με το χέρι,η Κας τον είδε και πρόσεχε τα παιδιά. Οι τρεις τους ήταν στη κουζίνα και τους είπε η Κας ποία ήταν. Έδειξε τα μαύρα,μεγάλα φτερά της. Ο Ντιν και ο Σαμ δεν πίστεψαν τα μάτια τους:υπήρχαν Άγγελοι!!
Ο Σαμ πέρασε τα δάχτυλα του μέσα στα πούπουλα,που ήταν πολύ απαλά και φλάφυ. Η Κας τα πήρε στην αγκαλιά της και τους έλεγε διάφορα πράγματα. Είχε κλείσει τη πόρτα που οδηγούσε στο υπόγειο,να μην ακούσουν τίποτα τα παιδιά.
Ο Μπόμπυ τον οδήγησε όπου έπρεπε: κάτω από τη παγίδα για δαίμονες.
-" Που να πάρει η οργή;!" ξεστόμισε ο δαίμονας,όταν είδε ότι δεν μπόρεσε να κουνηθεί.
Ο νεαρός κυνηγός τον κοίταξε με ειρωνεία: -" Θα το μετανιώσεις πολύ ακριβά αυτό που έκανες!".
Το ξέσπασμα του Μπόμπυ διασκέδασε πολύ τον δαίμονα,και γέλασε με όλη την κακιά του.
-" Θα σου κόψω το γέλιο εγώ!".
Ήρθε κοντά του και τον μαχαίρωσε λίγο στο αριστερό πόδι. Ο δαίμονας ούρλιαζε και τον έφτυσε. Ο κυνηγός σκούπισε το σάλιο από το πρόσωπο του και τον έκοψε πιο βαθιά στα δύο μπράτσα (στο μπροστινό μέρος).
-" Είχα σκοπό να σου κάνω εξορκισμό αλλά τώρα την έβαψες!".
Ο δαίμονας κατάπιε το σάλιο του με δυσκολία...
Έβαλε τη λεπίδα στην τσέπη του και του έδωσε μια μπουνιά,μια άλλη και μια άλλη.... Με κάθε μπουνιά που του έδωσε,αίμα πετάχτηκε ακόμα πιο πολύ. Τα χείλη του δαίμονα είχαν ανοίξει και ρυάκια αίματος κυλούσαν από τα ρουθούνια του.
Έφτυσε αίμα και χαμογέλασε στον Μπόμπυ και τον ειρωνεύθηκε: -" Αυτό ήταν; Δεν είσαι σε φόρμα σήμερα....Μπόμπυ!".
-" Αυτό πιστεύεις; Θα σε απογοητεύσω..." είπε ο Μπόμπυ,με ψεύτικο λυπημένο ύφος,με την πλάτη γυρισμένη προς τονδαίμονα. Ο δαίμονας έγειρε το κεφάλι του αριστερά και τον κοίταξε με απορία. Ο Μπόμπυ πήρε τη λεπίδα,έχυσε λίγο αγιασμό πάνω και ξανά γύρισε στον δαίμονα.
-" Όχι,όχι άλλο. Δεν βαρέθηκες;".
Ο Μπόμπυ δεν του απάντησε και έκοψε ξανά - άρχισε με τα χέρια,έκοψε λίγο και έχυσε λίγο αγιασμό στις πληγές... Ο δαίμονας ούρλιαζε πιο φρικτό από ποτέ. Ο Μπόμπυ το απολάμβανε και το έδειξε. Ο μαυρομάτης δαίμονας έφτυσε αίμα και τον κοίταξε άγρια... Ο κυνηγός τον μαχαίρωσε στην καρδιά,να τον τελειώσει. Ένα κοκκινωπά φως έλαμψε από το πτώμα που ήταν ήδη πεσμένο - από την εξάντληση και το βασανισμό -.
Ο Μπόμπυ σκούπισε τη λεπίδα πάνω στο πουκάμισο του (που ήταν ήδη βρόμικο και πρόσφατα ρίχτηκε επάνω αίμα). Ανέβηκε τα σκαλιά και είδε από το παράθυρο,τα δύο αδέρφια και την Κας να παίζουν και να γελάνε. Ο Σαμ έπαιζε με τα πούπουλα της Καστιέλ,και αυτό έκανε την Άγγελο να γελάσει αθόρυβα. Αισθάνθηκε κάτι που δεν αισθάνθηκε πολύ καιρό. Έπιασε τον Σαμ,τον έβαλε στην πλάτη της και πέταξε πολύ χαμηλά - Για να μην πέσει το μικρό -.
Ο Ντιν τους έβλεπε και χαιρόταν,τον αδερφό του ξέχασε το τρομακτικό περιστατικό και αυτό του αρκούσε. Όταν ο Ντιν είδε τον Μπόμπυ,το φανέρωσε στους άλλους. Κατέβηκε και κατέβασε τον Σαμ.
-" Παίξαμε λίγο,να ξεχάσουν όλα αυτά.!".
-" Καλά έκανες Κας! Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για την βοήθεια σου.".
Η Καστιέλ τους πήγε πίσω στο σπίτι του Μπόμπυ. Τα παιδιά την αγάπησαν πολύ, ακόμα και ο Μπόμπυ την συμπάθησε πολύ. Αυτή,όμως,έπρεπε να ξανά γυρίζει στον Παράδεισο και έπρεπε να τους διαγράψει την συνάντηση τους από την μνήμη τους.
Αγκάλιασε τα παλιά και απαλά τους άγγιξε το μέτωπο με δύο δάχτυλα και την ξέχασαν. Πήγε στον Μπόμπυ που την ξανά ευχαρίστησε και μετά τον άγγιξε κι αυτόν.
Έφυγε στον Παράδεισο,αυτά τα παιδιά τα αγάπησε και τα συμπάθησε πολύ και με βαριά καρδιά τους άφησε.

Απο τις πιο αγαπημένες μου!!!Μπράβο σου αγάπη μου ^_^
ReplyDelete